Πίσω από τις βιτρίνες των Κέντρων Ξένων Γλωσσών

Ο χώρος των Κέντρων Ξένων Γλωσσών (καθώς και η ιδιωτική εκπαίδευση εν γένει) αποτελεί ένα πεδίο όπου οι παραβάσεις και οι αυθαιρεσίες των εργοδοτών αποτελούν την εργασιακή μας καθημερινότητα. Η οικονομική κρίση ανέδειξε και ενέτεινε την αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων που επικρατούν στον κλάδο, ενώ με την επακόλουθη κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, οι όροι εργασίας αφέθηκαν εξ’ ολοκλήρου στα χέρια των εργοδοτών. Χαρακτηριστικά,  τα τελευταία χρόνια έχουν υπάρξει μειώσεις μέχρι 50% των αποδοχών των εργαζόμενων σε ΚΞΓ (με αποκορύφωμα το αίτημα του εργοδοτικού μηχανισμού «ΟΕΦΕ» για μισθό 3,5 ευρώ για 40 διδακτικές ώρες την εβδομάδα!), συνθήκη που οδήγησε τις καθηγήτριες στα φθηνά ιδιαίτερα μαθήματα προκειμένου να επιβιώσουν και τα φροντιστήρια ακολούθως να μειώνουν τα δίδακτρα (και τους μισθούς) προκειμένου να ανταπεξέλθουν στον «αθέμιτο» ανταγωνισμό, δημιουργώντας έτσι έναν φαύλο κύκλο εις βάρος ολόκληρου του κλάδου.  Η εργασιακή πραγματικότητα των καθηγητών στα ΚΞΓ απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από εκείνη των αντίστοιχων εκπαιδευτικών του δημοσίου,  τόσο λόγω της τραγικής απόκλισης των απολαβών, όσο και λόγω του επισφαλούς της απασχόλησης στον εν λόγω κλάδο.

Υβρίδια εργαζομένου και ανέργου, οι εργαζόμενες στα ΚΞΓ καλούνται να εργαστούν την περίοδο από τον  Σεπτέμβρη μέχρι τον Μάη, καλύπτοντας οργανικές ανάγκες των ΚΞΓ, ενώ την καλοκαιρινή περίοδο απολύονται και μετρούν σαν κουπόνια τα ένσημα που έχουν συλλέξει ώστε να επιβιώσουν με το πενιχρό επίδομα του ΟΑΕΔ. Οι εκπαιδευτικοί σε ΚΞΓ ζουν με τη διαρκή απειλή της ανεργίας καθώς -ανεξαρτήτως της όποιας προϋπηρεσίας στην επιχείρηση-  δεν έχουν καμία εγγύηση ότι η επόμενη εκπαιδευτική χρονιά θα τις βρει στις αίθουσες. Η εργασιακή αυτή επισφάλεια αποτελεί το πλέον πρόσφορο έδαφος για την πληθώρα παραβάσεων και παρανομιών που παρατηρούνται κάθε χρονιά στα ΚΞΓ με τις διεκδικήσεις και τις ενστάσεις των εκπαιδευτικών να προλαμβάνονται από τον φόβο της μη επαναπρόσληψης.

Μία εκ των πιο συνηθισμένων παραβάσεων των εργοδοτών είναι η υπέρβαση της διδακτικής ώρας (η οποία ορίζεται βάσει της νομοθεσίας στα 45 λεπτά), συχνά φτάνοντας μέχρι και τα 60 λεπτά ανά διδακτική ώρα! Μέσω τις πρακτικής αυτής οι εργαζόμενες στα ΚΞΓ χάνουν μέρος των αποδοχών τους καθώς επίσης και μέρος των ενσήμων τους, αφού ο συνολικός χρόνος εργασίας υπολογίζεται συμψηφισμένος με τον -ουσιαστικά απλήρωτο- χρόνο εργασίας που υπερβαίνει την διδακτική ώρα. Ταυτόχρονα, τα ωράρια των εκπαιδευτικών στα ΚΞΓ χάνουν συχνά το νόημά τους καθώς πολλές φορές οι εργαζόμενοι δηλώνονται όχι ως εκπαιδευτικοί αλλά ως  «γραμματειακό προσωπικό», επιτρέποντας έτσι στην εργοδοσία να διαμορφώνει το πρόγραμμα κατά το δοκούν, αγνοώντας τον περιορισμό των 21 ωρών ανά εβδομάδα που ισχύει για τους εκπαιδευτικούς. Αντίστοιχα, μέσω της υποδήλωσης των ωρών οι εργοδότες έχουν τη δυνατότητα να μειώνουν αυθαίρετα το ωράριο των εκπαιδευτικών, συντελώντας στην μη σταθερότητα της απασχόλησής τους με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις απολαβές και τα ένσημά τους . Μέσα σε όλα αυτά, υπάρχει η πανταχού παρούσα αδήλωτη εργασία λαμβάνοντας τη μορφή είτε διδακτικών ωρών που απλά δεν δηλώνονται είτε συναντήσεων γονέων, παραδόσεων βαθμών, συναντήσεων προσωπικού και εκδηλώσεων που θεωρούνται «μέρος των καθηκόντων», ασχέτως αν λαμβάνουν χώρα σε χρόνο πέραν του ωραρίου των εργαζομένων. Η ασάφεια στη διατύπωση των καθηκόντων των εργαζόμενων στα ΚΞΓ, έχει οδηγήσει στη μετατροπή τους σε εργαζόμενους-λάστιχο των οποίων τα καθήκοντα ορίζονται κάθε φορά αυθαίρετα και συχνά παρεκκλίνοντας από την ίδια την εκπαιδευτική ιδιότητα. Τέλος, κάθε χρόνο παρατηρούνται παρανομίες των εργοδοτών που αφορούν την καταβολή Δώρου Χριστουγέννων και Πάσχα, επιδόματος και αποζημίωσης αδείας με τη λήξη της σύμβασης καθώς και μονομερείς δηλώσεις αδείας μέσα στη χρονιά (συχνά την περίοδο των αργιών Χριστουγέννων και Πάσχα) προκειμένου οι εργοδότες να απαλλαχθούν από την καταβολή αποζημίωσης μη ληφθείσας αδείας.

Ειδικότερα μέσα στην περίοδο της πανδημίας COVID-19, υπήρξε μία ακραία εντατικοποίηση της εργασίας με αύξηση του πραγματικού χρόνου εργασίας και περαιτέρω καταστρατήγηση των δικαιωμάτων των εργαζόμενων. Σε μία ιδιαίτερα πιεστική συνθήκη μόνιμης παρουσίας μπροστά από την οθόνη της τηλεκπαίδευσης, του meeting, της συγγραφής διδακτικού υλικού κ.α. τα όρια εργασίας/μη-εργασίας θόλωσαν ακόμα περισσότερο, με τις εργαζόμενες σε ΚΞΓ να βρίσκονται σε μόνιμη διαθεσιμότητα για τις ανάγκες της επιχείρησης και τον προσωπικό τους χρόνο και χώρο να αποτελούν μέρος της απασχόλησής τους. Οι εργοδότες ασφαλώς και δε θα έχαναν την ευκαιρία να επωφεληθούν κατά το μέγιστο της συνθήκης αυτής, καθώς κατά την περίοδο της πανδημίας υπήρξαν ψευδείς δηλώσεις αναστολής εργασίας και ταυτόχρονη απασχόληση των καθηγητών, είτε με συμφωνίες «κάτω απ’ το τραπέζι» για μαύρη εργασία, είτε απλά με απλήρωτη τηλεργασία «μέχρι να μας ξανανοίξουν», οδηγώντας έτσι σε σωρεία παραβιάσεων ωραρίων και μη καταβολής δεδουλευμένων και ενσήμων.  Σε επόμενο, δε, στάδιο της πανδημίας πολλές επιχειρήσεις υιοθέτησαν την «λύση» του «υβριδικού» μαθήματος με ορισμένους μαθητές να βρίσκονται μέσα στην τάξη και τις υπόλοιπες να παρακολουθούν μέσω τηλεκπαίδευσης, κάνοντας έτσι πραγματικότητα την δυστοπία της ύπαρξης κάμερας μέσα στην τάξη, με τα αναμενόμενα αποτελέσματα όσον αφορά την μη παραγωγικότητα του μαθήματος και την εξάντληση μαθητών και εκπαιδευτικών. Σαν κερασάκι στην κορονο-τούρτα, ήρθε μέσω ΦΕΚ ο χαρακτηρισμός των εκπαιδευτικών σε ΚΞΓ ως «εποχικών υπαλλήλων». Πέραν από την καταφανή απαξίωση του επαγγέλματος του ιδιωτικού εκπαιδευτικού, η εν λόγω εγκύκλιος επέτρεψε στους εργοδότες να απολύσουν μαζικά εργαζόμενους σε ΚΞΓ (και όχι να τους κάνουν παράταση σύμβασης λόγω αναστολής εργασίας, ως όφειλαν), αφήνοντάς στους κυριολεκτικά απλήρωτούς και χωρίς καν τα αναγκαία ένσημα ώστε να επιβιώσουν εν μέσω παγκόσμιας πανδημίας. Η παρακαταθήκη αυτή συνεχίστηκε και στον δεύτερο χρόνο της πανδημίας όπου εργοδότες ξανά προέβησαν σε παράνομες απολύσεις προκειμένου να μην κάνουν παρατάσεις συμβάσεων. Παράλληλα, το εργασιακό νομοσχέδιο Χατζηδάκη, ανάμεσα σε ένα σύνολο χτυπημάτων στα εργασιακά δικαιώματα, προβλέπει την απασχόληση των ιδιωτικών εκπαιδευτικών και σε μέρες αργίας για την «προετοιμασία πτυχίων» όπως επίσης και για μια σειρά από εξωσχολικές δραστηριότητες, συμβάλλοντας στην περαιτέρω εντατικοποίηση της εργασίας μας.

Ο κατάλογος φαίνεται να μην έχει τέλος. Η κατάσταση αυτή δεν αποτελεί ιδιαιτερότητα του χώρου της μη τυπικής ξενόγλωσσης εκπαίδευσης αλλά εκτείνεται σε Φροντιστήρια Μέσης Εκπαίδευσης, Κέντρα Μελέτης αλλά και Ιδιωτικά σχολεία.
Ως εκπαιδευτικοί αλλά και ως εργαζόμενες, οφείλουμε να υπερασπιστούμε τα κεκτημένα μας αλλά και να χτίσουμε βάσεις ώστε να υπάρξουν νέες διεκδικήσεις για αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας.
Η βελτίωση της ζωών μας δεν θα έρθει μέσα από απόφαση κανενός κόμματος ούτε από  το φιλότιμο κάποιου «καλού» εργοδότη.
Μπροστά στη διαρκή υποτίμηση του επαγγέλματος, των δικαιωμάτων και των ζωών μας να αντιτάξουμε την συλλογικοποίηση των αναγκών και των διεκδικήσεών μας.
Να αγωνιστούμε μαχητικά και να απαιτήσουμε τον σεβασμό των εργασιακών μας δικαιωμάτων και αξιοπρεπείς όρους εργασίας!
Να μην αφήσουμε τις αυθαιρεσίες των εργοδοτών και των μηχανισμών τους να επιβάλλουν το πως θα ζούμε και πως θα εργαζόμαστε!

Να βρεθούμε μαζί απέναντι στην απομόνωση που επιβάλλει η σύγχρονη πραγματικότητα!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *